Φοβάσαι τον θάνατο ; Κεφάλαιο 1

Άλλη μια υπέροχη μέρα στο White Pearl , το τελευταίο σπίτι του παραμυθένιου Wormit.Ή καλύτερα ,το τελευταίο κάστρο της ήσυχης αυτής περιοχής της Σκωτίας.Όπως κάθε μέρα η Έυα μύριζε την αλμύρα της θάλασσας και άφηνε τους ήχους των κυμάτων να την ταξιδεύουν , κάτω απο τον καλοκαιρινό ήλιο.Κάθισε στον μεγάλο βράχο και άπλωσε το χέρι της στο νερό χαΪδεύοντάς το.Δεν θα αντάλλαζε για τίποτα στον κόσμο αυτη την αίσθηση.'Ηταν απο τα λίγα πράγματα που της θύμιζαν τόσο ζωντανά την μητέρα της.Και ο μικρος Νίκολας τρεμοπαίζει κάπου κοντά της.Μετρουσαν εφτά χρόνια πλέον από το θάνατο τους.
'Να τον προσεχεις μαμά.Εγω σας προσέχω.Ξερω ότι θα μου ελεγες χρόνια πολλά αν ησουν εδώ.Τωρα σου λέω εγώ χρόνια πολλά.Κατα κάποιον τρόπο εχεις γενέθλια.Θανατου βέβαια...Ο μπαμπας ακόμα επιμένει να γιορτάζω αυτή την ημέρα.Δε θα αλλάξει ποτέ.Πες του κάτι , ξέρεις ειναι ξεροκέφαλος.Έλεγες ότι του έμοιαζα.Και σε εσένα μοιάζω , το βλέπω όσο μεγαλώνω...Να μεινεις μαζί μου.' Ψιθύρισε εμπιστευτικά  στο γαλήνιο γιαλό. Ένιωθε οτι της κράταγε καθησυχαστικά το χέρι όπως παλία και της έδινε όσο κουράγιο χρειαζόταν για να συνεχίσει.Είχε πάρει αυτό το όσο κουράγιο χρειαζόταν όταν άκουσε βήματα να πλησιάζουν.
" Εύα , ελάτε είναι έτοιμο το δείπνο.Απο στιγμή σε στιγμή θα έρθει και ο πατέρας σας."
"Ρούθ πότε θα σταματήσεις να μου μιλάς στον πληθυντικό;"
"Όταν με απολύσετε." Είπε σοβαρά εκείνη , υπονοώντας ότι όσο θα ζούσε μαζί τους προσφέροντας τις πολύτιμες υπηρεσίες και αγάπη στην λειψή οικογένεια ,  δεν είχε σκοπό να τους αντιμετωπίσει  με λιγότερο σεβασμό.Παρόλο που ποτέ δεν καταπάτησε το ρητό της εκείνο , δεν έπαψε στιγμή να θυμίζει μέλος της οικογένειας.
Η Ρούθ , μια κλασική βρετανίδα.Η Ρούθ δεν ήταν σε καμία περίπτωση μια απλή οικιακή βοηθός.Τουλαχιστον όχι στα μάτια της Έυας. Στα δεκαέξι χρόνια που την γνώριζε το συναίσθημα αγάπης που την πλημμύριζε όποτε την έβλεπε δεν είχε αλλάξει στο ελάχιστο.Ειδικά τα τελευταία εφτά χρόνια είχε υποκαταστήσει μια  μεγάλη αδερφή και ταυτόχρονα δεύτερη μητέρα  που ποτέ δεν είχε , χαρίζοντας της απλώχερα όση στοργή της έλλειπε.
Οι δύο κοπέλες αφού έφτασαν στο παλιό αρχοντικό , πήραν τις θέσεις τους στη σκαλιστή τραπεζαρία.Εκείνη την ημέρα φαινόταν πιο γιορτινή απ'οτι συνήθως , φορτωμένη με όλα τα αγαπημένα φαγητά της εορτάζουσας και με μια διώροφη τούρτα να φαντάζει επιβλητική στη μέση.Τι θα μπορούσε να καταστρέψει την ήρεμη εικόνα της μακαριότητας της στιγμής που μια μελαγχολική έφηβη αγνοούσε την θλίψη και την κενότητα της;
"Ας περιμένουμε τον μπαμπά.Σε λίγη ώρα θα είναι εδώ."
"Φυσικα" συμφώνησε καλοσυνάτα η Ρούθ.
Είχε περάσει αρκετη ώρα και  ενα κακό προαίσθημα κατέλαβε τις σκέψεις της , για την καθυστέρηση του πατέρα της.Παρατηρούσε απο το παράθυρο τα κύματα να σκάνε στα μυτερά βράχια.Κάθε παφλασμό που μετρούσε , κάθε δευτερόλεπτο που πέρναγε , κάθε φύλλο που έβλεπε να πέφτει έκανε την αναμονή να μοιάζει ανυπόφορη.
"Καλύτερα να αρχίσετε.Ίσως αργήσει ο πατέρας σας."
Αμίλητη άρχισε να παίζει νωχελικά με το περιεχόμενο του πιάτου της.Λίγα λεπτά αργότερα ένιωσε ενα απαλό χάδι στο χέρι της.
"Είμαι σίγουρη ότι κάτι θα του έτυχε.Δεν θα αμελούσε τέτοια μέρα και απο άλλον πλανήτη να ερχόταν."
Ο κύριος Χόκινς παρόλο το μακρύ ταξίδι που έκανε κάθε φορά για να πάει στη δουλεία του ,ποτέ δεν αργούσε.Λίγες ήταν οι φορές που έχανε το πλοίο του και δυστυχώς ,όπως συμπέρανε η κοκκινομάλα τυχερή που είχε για πατέρα τον πρύτανη του πανεπιστημίου της ψυχολογίας , σήμερα ήταν μια απο αυτες τις μέρες. Απογοητευμένη που δεν θα ήταν μαζί της εγκαίρως αυτη την σημάντική μέρα , σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιό της.Πριν προλάβει να ανέβει τη μαρμάρινη σκάλα άκουσε να ηχεί το κουδούνι στο μεγάλο χόλ.
"Ανοίγω εγώ.. "είπε ενθουσιασμένη και έτρεξε στην πορτα.Προσπάθησε να παραμείνει θυμωμένη σουφρώνοντας τη μύτη και στενεύοντας τα ζωηρά πρασινωπά μάτια της , κάτι που πάντα έκανε τον κύριο πρύτανη να γελάει.Άνοιξε την πόρτα και πριν το καταλάβει δυο χέρια την τύλιξαν στην αγκαλιά τους.
"Νόμιζες οτι θα σε ξεχνούσα πριγκίπισσα;Ξέρω άργησα αλλα ήταν για καλό.Το υπόσχομαι." της είπε με ένα χαμόγελο και μια ανάσα ενώ φρόντιζε να την γαργαλάει.
"Καλά σε πιστεύω.Γι'αυτό μόνο σε συγχωρώ." απάντησε πειραχτικά στην χαρούμενη έκφραση του.
Προχώρησαν ως την τραπεζαρία και κοντοστάθηκαν κάτω απο τη στρογκυλή αψίδα που χώριζε τον χώρο απο την αριστοκρτική πολυτέλεια του μανχικού αρχοντικού.
"Μεγάλη τούρτα δεν βρίσκεις;" παρατήρησε ο πρύτανης με βλέμμα που δεν πρόδιδε τίποτα αφύσικο.
"Φαντάζομαι ναι.Έτσι ήταν και πέρσι. Θα τα καταφέρουμε ." σχολίασε στην περίεργη αυτή παρατήρηση που έκανε.
"Ναι , αλλα δεν είναι το ίδιο φέτος.Όπως και ο προηγούμενος χρόνος δεν ήταν ίδιος με τον φετινό.Κάτι τελειώνει , κάτι αρχίζει.Και μεταξύ μας , πρέπει να επιδιώκουμε το κάτι της αλλαγής αν θέλουμε να πάμε μπροστά. " της είπε , δίνοντας της το δέμα σε συσκευασία δώρου που όληη εκείνη την ώρα κρατούσε σφιχτά σε συσκευασία δώρου.Η Εύα ξετύλιξε γρήγορα το περιτύλιγμα και είδε το βιβλίο που είχε ζητήσει , τοποθετημένο μέσα σε μια περίτεχνη ξύλινη θήκη.Ήταν παμπάλαιο και γιατι ήταν απο τα τελευταία σονέτα του Edgar Poe δεν υπήρχαν πολλές εκδώσεις του.
"Νομίζω οτι πρέπει να αρχίσεις να διαβάζεις κάτι λιγότερο παισιμιστικό αλλα αφού αυτό ήταν που ήθελες...Σε εμπιστεύομαι , στο τέλος πάντα βρίσκεις μια διέξοδο αισιοδοξίας και ας μην το παραδέχεσαι." Μετά απο μια σύντομη παύση ο κύριος Χόκινς προχώρησε με ζωηρό βήμα μέχρι το παράθυρο και προσπάθησε να δει απο την έξω πλευρά σαν να έψαχνε κάτι.
"Μπαμπά , συμβαίνει τίποτα;"
"Ναι.Δηλαδή οχι ακριβώς.Θυμάσαι για αυτη την τούρτα που λέγαμε;Δεν θα ήταν ωραία να έχεις και κάποιον αλλον εκτός απο εμένα να την μοιραστείς;Δεν είπα οτι δεν μου αρέσει όταν είμαστε οι δυό μας αλλα ίσως σου θα σου φαινόταν πιο ενδιαφέρον έτσι."
"Μπαμπά σοβαρολογώ , άσε τις τούρτες..Τι έγινε;Θα μου παραλειψεις κάποτε τα μισόλογα;"
απάντησε η κόρη του παίρνοντας αμέσως σοβαρό ύφος.Έιχε συνηθίσει την μοναξιά και της άρεσε.Η αλλαγή γαι την οποία κατάλαβε να την προετοιμάζει , το λιγότερο την ανησυχούσε και την τρόμαζε.
"Καθολου μισόλογα.Απλως πιστεύω ότι ακούγοντας ότι έχω να σου πω γιατί με λέξεις , δε θα σου αρέσει.Θέλω να με ακολουθήσεις σε ίδιο κλίμα και να πεοσπαθήσεις να δεις την πρόταση μου απο την δική μου ενδιαφέρουσα πλευρά.Γιατί ό,τι κάνω το κάνω προτίστως γιατί σκέφτομαι εσένα πριγκίπισσα.Τι λες να το δοκιμάσουμε;Η εκκλησία θα μπορέσαι να μας συγψωρέσει δύο κομμάτια λιγότερα στο σισίτιο." Πριν προλάβει να του απαντήσει ακούστηκε για δέυτερη φορά το κουδούνι.Πατέρας και κόρη έφτασαν μπροστα απο την ανάλογα μεγάλη και τρομακτική ξύλινη πόρτα , με το ανάλογο μέγεθος του υπόλοιπου σπιτιού.Στιγμιαία η Εύα σκέφτηκε πόσο θα ήθελε να κλεισώσει αυτή την πόρτα μια για πάντα.Ωστόσο αρκέστηκε να επιβληθεί στον εαυτό της και να ακολουθήσει τον μπαμπά της που και κοιτούσε τις δυο φιγούρες που έκαναν την εμφάνιση τους.
"Να σου συστήσω.Απο εδώ η Κάθριν και η κόρη της Άρια."

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις